Ηρθε η ώρα να δούμε πιο ψύχραιμα ολόκληρο το ζήτημα πανεπιστημίων. Να καταλάβουμε ότι η ανώτατη εκπαίδευση είναι κάτι σημαντικό, αλλά δεν αποτελεί το άπαν, ούτε είναι η ιερή αγελάδα της κοινωνίας.
«Ασυλο ιδεών και όχι βανδάλων», έγραφε την Τρίτη το κύριο άρθρο τής «Καθημερινής», αλλά διαβάζοντας στις εσωτερικές σελίδες το ρεπορτάζ (24.3.2009) πρέπει να καταλήξουμε ότι στα πανεπιστήμια πλέον το διακύβευμα πλέον δεν είναι ούτε ιδέες, ούτε καν οι βάνδαλοι. Είναι ο ορθός λόγος. Μια μικρή ιστορία στο ΕΜΠ δείχνει ότι στα ΑΕΙ μάλλον με άσυλο χρονίων πασχόντων (αντιλήψεων) έχουμε να κάνουμε.
Στην πολυτεχνειούπολη του Ζωγράφου μπήκαν νύχτα κάποιοι, έσπασαν τις πόρτες, έκλεψαν υπολογιστές και προκάλεσαν κάθε είδους ζημιά. Η πρυτανεία, ως όφειλε, κάλεσε την αρμόδια υπηρεσία της ΕΛΑΣ για να πάρει αποτυπώματα. Δεν ξέρουμε πόσο καλά έκανε τη δουλειά της η αστυνομία (δεν γνωρίζουμε δηλαδή αν θα έχει αποτέλεσμα τη σύλληψη των βανδάλων), αλλά εξέδωσε δελτίο Τύπου, λες και κατάφερε να πιάσει τον Γιαγκούλα. Η πρυτανεία κατήγγειλε το γεγονός της ανακοίνωσης ως προβοκάτσια, ενώ εκπρόσωπος των φοιτητών αναρρωτήθηκε: «γιατί καλούν την αστυνομία όταν δεν υπάρχουν κλοπές; Είναι πιθανόν όλο αυτό να είναι προβοκάτσια».
Εδώ λοιπόν έχουμε την ήττα της κοινής λογικής. Παρακολουθούμε ένα χορό δηλώσεων και δημόσιων αντεγκλήσεων για κάτι που είναι ρουτίνα σε κάθε διάρρηξη. Οποτεδήποτε μπει κάποιος σε ένα χώρο η φυσιολογική διαδικασία είναι να καλέσουμε την αστυνομία, αυτή σκονίζει τους τοίχους για να βρει αποτυπώματα, φυσικά δεν εκδίδει ανακοίνωση, ενώ εκείνοι που ζουν στο χώρο είναι ευγνώμονες για την ελπίδα που δημιουργείται ότι πιθανώς θα συλληφθούν οι νυχτερινοί εισβολείς.
Η διάρρηξη σε ένα πανεπιστήμιο γίνεται με ταρατατζούμ ένθεν κακείθεν. Η αστυνομία εκδίδει δελτία τύπου, οι πρυτάνεις αντιδρούν και οι φοιτητές υποψιάζονται προβοκάτσιες (αλήθεια: αν είναι προβοκάτσια πώς και ποιος θα την εξιχνιάσει;)
Αυτό σημαίνει ότι το άσυλο έχει περάσει στη σφαίρα του μυθολογικού, όπου ακόμη και μια απλή διάρρηξη αποκτά τερατώδεις διαστάσεις: η αστυνομία ανακοινώνει το ελάχιστο που πρέπει να κάνει, οι πρυτάνεις διαμαρτύρονται (όχι γιατί δεν συνελήφθησαν οι βάνδαλοι αλλά γιατί η αστυνομία ανακοίνωσε ότι κάνει τη δουλειά της) και οι φοιτητές ζητούν να συνεδριάσει η Σύγκλητος επειδή μπήκαν κάποιοι με τα βουρτσάκια και πήραν αποτυπώματα.
Υπάρχει μια συνολική παράκρουση στην ελληνική κοινωνία για τα θέματα παιδείας, παράκρουση που πιθανώς καλλιεργούν οι ίδιοι οι πανεπιστημιακοί διυλίζοντας κάθε κώνωπα του χώρου τους. Τα πάντα γύρω από την εκπαίδευση έχουν αποκτήσει θρυλικές διαστάσεις. Σε μια χώρα, για παράδειγμα, που υπάρχουν ιδιωτικά νοσοκομεία γίνονται απέραντες συζητήσεις (μέχρι και οδομαχίες) για το αν θα επιτραπούν τα μη κρατικά πανεπιστήμια. Χρόνια τώρα συζητάμε αν στα πεζοδρόμια έξω από τα πανεπιστήμια μπορεί να πατήσει αστυνομικός. Τώρα φτάσαμε να γίνουν πολιτικό θέμα τα βουρτσάκια της σήμανσης.
Ηρθε η ώρα να δούμε πιο ψύχραιμα ολόκληρο το ζήτημα πανεπιστημίων. Να καταλάβουμε ότι η ανώτατη εκπαίδευση είναι κάτι σημαντικό, αλλά δεν αποτελεί το άπαν, ούτε είναι η ιερή αγελάδα της κοινωνίας. Τα πανεπιστήμια έχουν ευεργετικό ρόλο, αλλά εξίσου ή ευεργετικότερο έχουν τα νοσοκομεία. Ουδείς διανοήθηκε να απαγορεύσει στην αστυνομία να μπει στο Λαϊκό Νοσοκομείο, μετά τη ληστεία σε υποκατάστημα τραπέζης και η ΕΛΑΣ δεν εξέδωσε ανακοίνωση ότι κατάφερε να πάρει αποτυπώματα μέσα στον «ιερό χώρο, όπου κρίνονται οι ζωές των ασθενών». Δεν υπήρξαν διαδηλώσεις όταν ιδρύθηκε το «Υγεία» ή το «Λητώ» ούτε γράφτηκαν πύρινα άρθρα ένθεν κακείθεν για το καλό ή το κακό της ύπαρξης ιδιωτικών νοσοκομείων.
Αν δεν απογυμνώσουμε τα πανεπιστήμια από όλα τα ιδεολογικά μπιχλιμπίδια της μεταπολίτευσης, τους μύθους και τους θρύλους που τα συνοδεύουν, αν δεν τα δούμε ως χώρους και μηχανισμούς που παράγουν ένα από τα πολλά σημαντικά αγαθά της κοινωνίας, δεν πρόκειται ποτέ να λυθεί τίποτε. Θα συνεχίσουμε να φιλονικούμε για το φύλο των αγγέλων και τα βουρτσάκια της σήμανσης.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 29.3.2009