Από τους πολιτικούς μας πρέπει να περιμένουμε πολλά. Πρώτα απ’ όλα την τήρηση των νόμων που οι ίδιοι ψηφίζουν. Σ’ αυτό η κοινωνία οφείλει να είναι άτεγκτη.
Τρίτη και φαρμακερή για τον κ. Μαγγίνα. Μετά τις αποκαλύψεις ότι διόρισε την κόρη του στον ΟΤΕ, ότι «φιλοξενούσε» Ινδούς μετανάστες στο κτήμα του, ευρέθη με άδεια αναψυκτηρίου εκεί που υπήρχε βίλα με πισίνα εντός δασικής περιοχής. Το ερώτημα είναι «έχουν το ίδιο ηθικό βάρος και τα τρία αμαρτήματα;». Ή μήπως τσαλαβουτάμε σ’ ένα περίεργο ηθικολογικό χυλό όπου η παράβαση του νόμου λογίζεται εξίσου θανάσιμη με μια απλή σύμβαση εργασίας;
Τα ερωτήματα αυτά είναι κρίσιμα διότι ορίζουν το μέτρο της ηθικής που πρέπει να έχουν οι πολιτικοί. Αν τα εξισώσουμε δεν αδικούμε μόνο τους ίδιους, υποβαθμίζουμε τη δημοκρατική νομιμότητα.
Το να χτίζει κάποιος μέσα σε δασικές εκτάσεις είναι παράβαση νόμου. Δεν σχετικοποιείται ούτε νομιμοποιείται από τη διάχυτη ανομία. Δεν δικαιολογείται από το γεγονός ότι «όλοι στην περιοχή το ίδιο κάνουν». Φυσικά και πρέπει όλοι να υποστούν τις συνέπειες της παράβασης, με πρώτο αυτόν που πιάστηκε. Κάθε παράβαση είναι αυτοτελής και αυτοτελώς κρίνεται.
Το αυτό ισχύει και με τη «φιλοξενία» των μεταναστών. Είναι παράβαση του νόμου, την εφαρμογή του οποίου δώσαμε εμείς οι πολίτες στον παρανομούντα υπουργό. (Σημείωση: είναι αστείο, αλλά ο αρμόδιος υπουργός για την καταπολέμηση της εισφοροδιαφυγής δεν πλήρωσε το αμάρτημα των Ινδών, αλλά πολεοδομικές παραβάσεις. Αρα πρέπει να περιμένουμε ότι ο αρμόδιος για τις πολεοδομικές παραβάσεις κ. Σουφλιάς δεν θα πληρώσει το αμάρτημα της αρμοδιότητάς του -το χτίσιμο της βίλας του δηλαδή χωρίς άδεια-, αλλά πιθανώς παραβάσεις νόμου αρμοδιότητας άλλων υπουργείων.)
Ομως, η πρόσληψη της κόρης του στο τμήμα δημοσίων σχέσεων του ΟΤΕ δεν αποτελεί παράβαση του νόμου. Είναι καθ’ όλα νομότυπη και ακόμη αν υπήρξε εύνοια δεν συνιστά θανάσιμο αμάρτημα.
Κακά τα ψέματα. Οι γιοι και οι κόρες των πολιτικών, όπως και οι βλαστοί των μεγαλοεπιχειρηματιών, των δημοσιογράφων, ακόμη και ο γιος του Κούρκουλου ξεκινούν από διαφορετική αφετηρία την επαγγελματική τους ενασχόληση. Οι πολιτικοί κληρονομούν στα παιδιά τους το όνομά τους και τις γνωριμίες τους, οι επιχειρηματίες τα λεφτά τους, οι δημοσιογράφοι την πρόσβαση σε ένα δύσκολο χώρο και οι μεγάλοι ηθοποιοί τουλάχιστον ένα εναρκτήριο ρόλο. Δεν είναι κατ’ ανάγκη καλό, αλλά δεν είναι και αμάρτημα. Είναι μέρος της ζωής. Τσουβαλιάζοντας, όμως, την πιθανή ευνοιοκρατία με τις βεβαιωμένες παραβάσεις του νόμου, αφαιρούμε κάτι από τον αποτροπιασμό που πρέπει να μας δημιουργεί η παράβαση του νόμου κι ενισχύουμε τη διάχυτη ηθικολογία.
Από τους πολιτικούς μας πρέπει να περιμένουμε πολλά. Πρώτα απ’ όλα την τήρηση των νόμων που οι ίδιοι ψηφίζουν. Σ’ αυτό η κοινωνία οφείλει να είναι άτεγκτη. Δεν χωρούν δικαιολογίες του στυλ «αυτό κάνουν όλοι, άρα γιατί να μην το κάνουν και οι υπουργοί», ούτε «ο υπουργός δεν ήξερε για το χτίσιμο της βίλας χωρίς άδεια, άρα τι να κάνει;». Ο υπουργός οφείλει να μαθαίνει, γιατί είναι μέρος της δουλειάς του.
Μέχρι εκεί όμως. Από τη στιγμή που δεν παραβαίνουν τον νόμο βουτάμε στα θολά νερά της ηθικολογίας. Κι αυτό είναι σε βάρος της ηθικής που πρέπει να απαιτούμε.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 19.12.2007