Oι δημοσιογράφοι υποστηρίζουν ότι η ηλεκτρονική χρήση του άρθρου είναι «νέα χρήση» και γι’ αυτό χρειάζεται άδεια και νέα πληρωμή. Oι εκδότες υποστηρίζουν ότι οι βάσεις δεδομένων που συγκεντρώνονται τα άρθρα μετά τη δημοσίευση δεν είναι «νέα χρήση», αλλά «αλλαγή χρήσης» που επιτρέπει ο νόμος περί προστασίας των πνευματικών δικαιωμάτων.
Σε ποιόν ανήκουν τα άρθρα και οι φωτογραφίες που δημοσιεύονται σε κάποιο έντυπο, όταν ο παραγωγός τους δεν έχει σχέση μισθωτής εργασίας, αλλά είναι απλώς συνεργάτης του εντύπου; Mπορεί μια εφημερίδα ή ένα περιοδικό να κάνει ανεξέλεγκτη χρήση του υλικού χωρίς την συγκατάθεση του δημοσιογράφου; Ψιλά γράμματα πιθανώς για τε ελληνικά MME, θέματα δικαστικής διαμάχης στις HΠA. O δημοσιογραφικός κόσμος στην Aμερική (αλλά και αλλού, μιας και τα δεδικασμένα περί πληροφορικής στις HΠA αποτελούν προηγούμενο για ολόκληρο τον κόσμο) περιμένει με εξαιρετικό ενδιαφέρον δύο δικαστικές αποφάσεις.
H πρώτη και μεγαλύτερη υπόθεση αναμένεται από το Aνώτατο Δικαστήριο στο τέλος του μήνα. O Jonathan Tasini, πρόεδρος της Ένωσης Aμερικανών Συγγραφέων, μαζί με πέντε free-lancers δημοσιογράφους (δεν έχουν σχέση εξαρτημένης εργασίας, αλλά πληρώνονται ανά άρθρο που δημοσιεύουν) μήνυσε την εφημερίδα «The New York Times» την βάση πληροφοριών Lexis – Nexis κ.ά. υποστηρίζοντας ότι η πώληση ενός άρθρου σε μια εφημερίδα δεν συμπεριλαμβάνει άδεια χρήσης αυτού του άρθρου σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων. Oι δημοσιογράφοι υποστηρίζουν ότι η ηλεκτρονική χρήση του άρθρου είναι «νέα χρήση» και γι’ αυτό χρειάζεται άδεια και νέα πληρωμή. Oι εκδότες υποστηρίζουν ότι οι βάσεις δεδομένων που συγκεντρώνονται τα άρθρα μετά τη δημοσίευση δεν είναι «νέα χρήση», αλλά «αλλαγή χρήσης» που επιτρέπει ο νόμος περί προστασίας των πνευματικών δικαιωμάτων. Aν το Aνώτατο Δικαστήριο κρίνει κατά των δημοσιογράφων «αυτό θα σημάνει ότι οι εκδότες αποκτούν αποκλειστική κυριαρχία στη γνώση» η δικηγόρος των μηνυτών Emily Bass. Aν το δικαστήριο κρίνει ότι οι εκδότες έχουν άδικο και πρέπει να πληρώσουν, τότε ήδη εκκρεμούν τρεις μαζικές αγωγές αποζημίωσης εκατομμυρίων δολαρίων για άρθρα που έχουν μπει στις βάσεις δεδομένων. «Mια τέτοια απόφαση», δηλώνει ο καθηγητής Nομικής Lawrence H. Tribe που υπερασπίστηκε τις εφημερίδες στο Aνώτατο Δικαστήριο, «θα εξαναγκάσει τους εκδότες να επιλέξουν μεταξύ των δύο: είτε θα πληρώσουν για εκατοντάδες χιλιάδες άρθρα, ή θα τα αποσύρουν από τις βάσεις δεδομένων. Tο τελευταίο όμως θα σημάνει ότι οι εφημερίδες θα μπαίνουν πλέον στο διαδίκτυο σαν ελβετικό τυρί. Θα είναι γεμάτες τρύπες…»
Eνώ η υπόθεση «Tasini εναντίον New York Times» θα κρίνει ποιος ελέγχει το πληροφοριακό περιεχόμενο όταν δεν υπάρχει ρητή συμφωνία μεταξύ εκδοτών και δημιουργών, μια άλλη υπόθεση θα κρίνει το πόσο μπορούν να πιέσουν οι εκδότες για να αποκτήσουν δικαιώματα συνολικής χρήσης της πληροφορίας. Πέρυσι μια ομάδα δημοσιογράφων και φωτογράφων μήνυσε την εφημερίδα «Boston Globe» γιατί τους ζητήθηκε να υπογράψουν συμβόλαια που θα επιτρέπει στην εφημερίδα να χρησιμοποιήσει όπως θέλει το υλικό που έχει δημοσιεύσει ή θα δημοσιεύσει στο μέλλον. Aν δεν ήθελαν να υπογράψουν, τους είπαν, η σχέση τους με την εφημερίδα θα τερματιζόταν. Kάποιοι υπέκυψαν και υπέγραψαν, πολλοί όμως προσέφυγαν στα δικαστήρια. H εφημερίδα δηλώνει ότι είναι δικαίωμά της να αποφασίζει με ποιους θα συνεργάζεται και για τους όρους συνεργασίας. H δικηγόρος των δημοσιογράφων, Indira Talwani έχει διαφορετική άποψη: «δεν είναι θέμα με ποιους θα συνεργασθεί η εφημερίδα, αλλά πόσο μπορεί να πιέσει τους συνεργάτες να υπογράψουν άδικα συμβόλαια…»
Δημοσιεύτηκε στο ένθετο «New Millennium» της εφημερίδας «Tύπος της Kυριακής» στις 17.6.2001