Οι εκλογές ποτέ δεν ήταν περίπατος. Μπορεί να έμοιαζε τέτοια. Μπορεί κάποιοι αφρόνως να διακινούσαν υπέρμετρη αισιοδοξία. Όλες οι Κυριακές των εκλογών είναι δύσκολες μέρες. Για όλα τα κόμματα.
Διαβάζοντας κάποιος την χθεσινή δημοσκόπηση της ALCO, που παρουσιάστηκε από τον τηλεοπτικό σταθμό ALTER, πρέπει να έχει κατά νου κάποια πράγματα.
Πρώτον. Η διαφορά των επτά ή οκτώ μονάδων, που οι προηγούμενες δημοσκοπήσεις έδειχναν, αν και δεν ήταν πλασματική, δεν ήταν και πραγματική. Στα μέσα της τετραετίας οι πολίτες συνηθίζουν να εκφράζουν την οργή τους για τα πεπραγμένα της κυβέρνησης. Όσο όμως πλησιάζει ο χρόνος των εκλογών παίζουν ρόλο και άλλα, εντελώς ετερόκλητα, πράγματα. Παίζει ρόλο η πολιτική καταγωγή των ψηφοφόρων, η συναισθηματική τους δέσμευση, μέχρι και η χλεύη του περίγυρου. Ένας πολίτης που ψηφίζει ΠΑΣΟΚ είκοσι χρόνια τώρα, μπορεί σε μια στιγμή οργής να δηλώσει πως δεν θα τους ξαναψηφίζει. Στην κάλπη όμως θα το ξανασκεφτεί.
Είχαν δίκιο, λοιπόν, όσοι διατεινόταν ότι η διαφορά του 7-8% δεν θα είναι η τελική διαφορά μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΝΔ. Τα μεγάλα κόμματα συσπειρώνονται λίγο πριν τις εκλογές. Δεν υπήρχε πιθανότητα να πάει το κυβερνών κόμμα στις εκλογές με συσπείρωση 70%. Η διαφορά με τις προηγούμενες αναμετρήσεις είναι πως το ΠΑΣΟΚ, επέτυχε 54 μέρες νωρίτερα αυτό που θα επετύγχανε την τελευταία εβδομάδα προ των εκλογών. Επανασυσπείρωσε τη βάση του, λόγω της αλλαγής ηγεσίας.
Δεύτερον. Στα μέσα της τετραετίας οι πολίτες κρίνουν δια των δημοσκοπήσεων την κυβέρνηση. Μόνον. Αν το καλοσκεφτούμε, είναι φυσικό. Αυτή παίζει θετικό ή αρνητικό ρόλο στην καθημερινή τους ζωή. Ας φανταστούμε κάποιον που έχει φάει μια μέρα για να διασχίσει την Πανεπιστημίου ή έχει σπαταλήσει ώρες πολλές στις ουρές του ΙΚΑ. Αν την ίδια μέρα περάσει δημοσκόπος να τον ρωτήσει τι προτίθεται να ψηφίσει, είναι φυσικό να εκτονώσει την οργή του δηλώνοντας στην καλύτερη (για το κυβερνών κόμμα) περίπτωση «δεν ξέρω δεν απαντώ».
Λίγο πριν τις εκλογές, όμως, όλα μπαίνουν στο καντάρι. Και η κυβέρνηση, και το κυβερνών κόμμα, και η αντιπολίτευση. Οι πολίτες δεν κρίνουν μόνο το χθες και το σήμερα αλλά προβάλλουν τις επιθυμίες τους και στο αύριο. Εκεί πλέον είναι δεδομένο ότι κάποιοι θα κρίνουν αρνητικά και την αντιπολίτευση. Για μύριους λόγους. Είτε διότι δεν έχουν πεισθεί πως η αντιπολίτευση μπορεί να τους λύσει τα προβλήματά τους, είτε γιατί έκριναν άσχημα μια δήλωση ή μια κίνηση της αντιπολίτευσης, είτε γιατί δεν του αρέσει το ψηφοδέλτιο της αντιπολίτευσης στην περιοχή που ψηφίζει. Επόμενο είναι λοιπόν η ψαλίδα να κλείσει υπέρ της κυβέρνησης. Πόσο πολύ; Εξαρτάται από την αντιπολίτευση. Αν έχει πείσει ότι το δικό της αύριο θα είναι καλύτερο από το χθες και το σήμερα, τότε η μείωση της ψαλίδας θα είναι μεν υπαρκτή (έτσι και αλλιώς), αλλά όχι μεγάλη.
Τρίτον. Υπήρχε μια μεγάλη μερίδα ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ που για διάφορους λόγους είχαν εκτεθεί στον κοινωνικό τους περίγυρο (στο καφενείο, σε φιλικές συντροφιές κ.λ.π.) κατά της κυβέρνησης και οι οποίοι χρειαζόταν μια δικαιολογία για να ξαναψηφίσουν το κόμμα τους. Πιθανότατα αυτοί να ήταν και στο σκληροπυρηνικό κομμάτι του ΠΑΣΟΚ, που πάντα είδε τον κ. Κώστα Σημίτη ως «σώγαμπρο» και ποτέ δεν τον απεδέχθη. Σ’ όλους αυτούς η αλλαγή ηγεσίας είναι το τέλειο άλλοθι να εκφραστούν και πάλι υπέρ του ΠΑΣΟΚ.
Συμπέρασμα: οι εκλογές του 2004 δεν ήταν ποτέ περίπατος. Μπορεί να έμοιαζε ως περίπατος. Μπορεί κάποιοι αφρόνως να διακινούσαν υπέρμετρη αισιοδοξία. Όλες οι Κυριακές των εκλογών, όμως, είναι δύσκολες μέρες. Τοκετού, που θα έλεγε και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Για όλα τα κόμματα…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 13.1.2004