Αφού στο ερώτημα «βούτυρο ή κανόνια» απαντάμε «κανόνια» το επόμενο ερώτημα είναι: «βούτυρο ή τσιγάρα;». Αυτό το ερώτημα πρέπει να το απαντήσουμε σήμερα γιατί αύριο θα ξαναλλάξει. Θα γίνει «ψωμί ή τσιγάρα;»
Είχε απόλυτο δίκιο ο ανεξάρτητος βουλευτής Επικρατείας κ. Στέφανος Μάνος και ας τον έκραξαν οι Κουλούρηδες του κόμματος που τον εξέλεξε. Ο πρώην αρχηγός του κόμματος των Φιλελευθέρων διατύπωσε -με τον απλό και κατανοητό τρόπο που τον διακρίνει- το προφανές. Τα δημόσια έσοδα υπολείπονται των εξόδων κι αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχίζεται επ’ άπειρον. Αφού η κοινωνική κατάσταση και οι ιδεολογικές αγκυλώσεις δεν επιτρέπουν μείωση των κρατικών εξόδων πρέπει να προχωρήσουμε σε αύξηση των εσόδων. Αυτό δυστυχώς σημαίνει μεγαλύτερους φόρους. Φόροι όμως που;
Η μία άποψη είναι αυτή που κατηγορηματικά και πολλάκις διατυπώνει το ΚΚΕ δια της βουλευτού του κ. Λιάνας Κανέλλη. «Τσακίστε τα υπερκέρδη» είναι η απάντηση σε ότι κι αν την ρωτάνε. Είτε η ερώτηση αφορά τον αναπτυξιακό νόμο, είτε την εξεταστική για τους TOR. Θεμιτή η απάντηση, εφ’ όσον όμως υπάρχουν υπερκέρδη.
Σύμφωνα με τον ιδεολογικό πατέρα του κόμματός της, τον Κάρολο Μαρξ, όπου υπάρχουν κέρδη υπάρχουν επενδύσεις. Κατά την μαρξιστική θεωρία οι αιμοβόροι καπιταλιστές οσμίζονται ως καρχαρίες τα κέρδη κι επενδύουν μέχρι τελικής πτώσης των. Μέχρι δηλαδή που υπάρχει υπερπροσφορά αγαθών και αυτή η πλεονάζουσα παραγωγή οδηγεί περιοδικά σε κρίσεις όλο το καπιταλιστικό σύστημα.
Το πρόβλημα βέβαια είναι ότι τέτοιο καπιταλιστικό κύκλο στην Ελλάδα δεν είδαμε. Δεν βλέπουμε κρίση υπερπροσφοράς αγαθών και το χειρότερο είναι ότι δεν βλέπουμε καν επενδύσεις. Aρα, είτε δεν υπάρχουν υπερκέρδη, είτε αν υπάρχουν υπερκέρδη αυτά αντισταθμίζουν διάφορες άλλες δυσλειτουργίες του συστήματος (π.χ. τη γραφειοκρατία ή διαφθορά στο δημόσιο) με αποτέλεσμα να είναι να γίνεται η επιχειρηματική δραστηριότητα απεχθής. Aρα λοιπόν ή θα φορολογήσουμε περισσότερο τους επιχειρηματίες για να φύγουν κι όσοι απέμειναν, ή θα μειώσουμε το κράτος, βασικό του προϊόν του οποίου είναι η γραφειοκρατία και η διαφθορά.
Η μείωση του κράτους βέβαια είναι μια απαγορευμένη σκέψη στην Ελλάδα. Οπότε ή θα μείνουμε χωρίς επενδύσεις ή θα βρούμε κάτι άλλο να φορολογήσουμε.
Βραχυχρόνια λοιπόν, και αφού ως κοινωνία δεν αποφασίζουμε να αντιμετωπίσουμε τα πραγματικά προβλήματα της οικονομίας, μάς απομένει η φορολόγηση αγαθών. Ειδικά εκείνων που δεν είναι πρώτης ανάγκης. Τα τσιγάρα, τα ποτά και η βενζίνη κίνησης των ιδιωτικής χρήσης αυτοκινήτων.
Αυτά τα αιρετικά -και μεταξύ μας: άκρως σοσιαλιστικά, αφού προτείνει νέους φόρους- είπε ο κ. Μάνος στη Βουλή κι έπεσαν οι παλαιοπασόκοι να τον φάνε. Ο κ. Κουλούρης για παράδειγμα αφού υπερασπίστηκε με σθένος (και υπό τις τηλεοπτικές κάμερες) την τιμή του καφέ στον πεζόδρομο της Ερμού, αφού ανακάλυψε νέες γενιές αντιστασιακών στους Ναζί (να μην ξεχνάμε την χήρα με τα πετσετάκια), αποφάσισε να υπερασπιστεί το Μάλμπορο και το ουϊσκάκι της εργατικής τάξης.
Για να σοβαρευτούμε, όπερ σημαίνει να πάψουμε να ασχολούμαστε με τον κ. Κουλούρη. Τα δημοσιονομικά της χώρας δεν επιτρέπουν πλέον άλλο λαϊκισμό. Έχουμε πρόβλημα και καλά είναι να το καταλάβουμε άπαντες. Το κράτος ξοδεύει περισσότερα απ’ όσα φορολογούμαστε. Αφού λοιπόν στο ερώτημα «βούτυρο ή κανόνια» απαντάμε κανόνια (ο καθηγητής του Παντείου κ. Γιανναράς προχώρησε περισσότερο: και κατοχή μερικών νήσων για να σώσουμε την εθνική μας αξιοπρέπεια) το επόμενο ερώτημα είναι: «βούτυρο ή τσιγάρα;». Αυτό το ερώτημα πρέπει να το απαντήσουμε σήμερα γιατί αύριο θα ξαναλλάξει. Θα γίνει «ψωμί ή τσιγάρα;»
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 25.11.2004