Η τηλεόραση έχει φτιάξει μια άλλη, μια ρηχή πολιτική. Μόνο που δεν φταίει το Μέσο. Eτσι ήταν κι έτσι θα είναι. Φταίνε οι πολιτικοί που της δίνουν ρόλο…
Γέμισαν Παναγιώτη Ψωμιάδη την Κυριακή τα κανάλια. Οι αιχμές του νομάρχη κατά κάποιων υπουργών για προβλήματα της Θεσσαλονίκης έγιναν μέχρι και πρώτο θέμα σε κάποια δελτία. Ειδικά όσα είπε για τις ελλείψεις σε σχολικά κτίρια. Αυτό παρουσιάστηκε ως «βολές κατά της κ. Μαριέττας Γιαννάκου», είτε ως «δυσφορία του κ. Ψωμιάδη για υπουργούς» είτε «ως οργή νομάρχη για κυβερνητικά στελέχη».
Προσοχή! Κανείς δεν στάθηκε στα προβλήματα που ο κ. Ψωμιάδης επεσήμανε. Κανείς δεν ήλεγξε το δίκαιο ή το άδικο των καταγγελιών του. Ουδείς ασχολήθηκε με τα σχολεία που έχουν διπλοβάρδια. Κύριο και αποκλειστικό θέμα ήταν η οργή του νομάρχη και οι βολές κατά υπουργών. Λες και το πανελλήνιο έχει ως μόνη έγνοια την ψυχολογική κατάσταση του κ. Ψωμιάδη και τις σχέσεις του με τα στελέχη της κυβέρνησης.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η τηλεόραση συρρικνώνει την πολιτική σε επίπεδο ψυχολογικής κατάστασης κάποιων στελεχών της. Για την ακρίβεια πάντα έτσι τα αντιμετωπίζει. Οποιαδήποτε συζήτηση, ακόμη και για τα σοβαρά ιδεολογικά θέματα, μεταφράζεται σε «αιχμές», «βολές» μεταξύ υπουργών ή στελεχών, δίνοντας ένα δραματικό όσο και ανούσιο τόνο στην πολιτική σκηνή. Επί παραδείγματι η πρόσφατη συζήτηση περί ιρλανδικού και σουηδικού μοντέλου μετετράπη εν ριπή οφθαλμού «σε ενδοκυβερνητικές ή εσωκομματικές κόντρες». Κάθε άποψη που δεν εκφράστηκε με μισόλογα και κοινοτοπίες ποινικοποιήθηκε. Κάθε ουσιαστική αιχμή στον δημόσιο διάλογο ισοπεδώθηκε.
Υπό κανονικές συνθήκες, η πρακτική αυτή θα έπρεπε να αφορά μόνο τους τηλεκριτικούς. Aντε, το πολύ, τις σχολές δημοσιογραφίας, ως αξιοπερίεργη μέθοδος πολιτικού ρεπορτάζ. Θα έπρεπε να μας είναι αδιάφορη, αλλά δυστυχώς παράγει πολιτικά γεγονότα.
Το δέος που νιώθουν οι πολιτικοί για όσα μεταδίδει η τηλεόραση κάνει ρηχό τον δημόσιο διάλογο. Η τηλεόραση συρρικνώνει την πολιτική σε επίπεδο κουτσομπολιού και οι πολιτικοί συμπράττουν στον κατήφορο αυτό.
Το άσχημο είναι πως οι «κόντρες» αποτελούν όρο τηλεοπτικής ύπαρξης για έναν πολιτικό. Δεν έχει σημασία αν ένας πολιτικός υποστηρίζει την α’ ή β’ άποψη. Σημασία έχει να έχει διατυπωθεί η αντίθετη ώστε να προκύψει η «κόντρα». Για να εμφανιστεί κάποιος στα κανάλια πρέπει να δημιουργήσει ένα πολιτικό ψευδογεγονός. Να αφήσει κάποιες αιχμές κατά συναδέλφων του ή καλύτερα κατά του αρχηγού του. Τότε μόνο αποκομίζει το τέταρτο της δημοσιότητας, που κατά τον Aντι Γουόρχολ, του ανήκει. Κανένα πρόβλημα, καμιά ιδέα, καμιά ενέργεια δεν έχει στην τηλεόραση μοίρα. Αν δεν υπάρξουν «βολές», δεν υπάρχει θέμα.
Από την άλλη οι «κόντρες» είναι ναρκοπέδιο για τους πολιτικούς. Oσο μένουν σε επίπεδο «αιχμών» δίνουν τροφή στο κουτσομπολιό που ευφημίζεται ως «πολιτικό ρεπορτάζ». Eτσι μένουν όλοι ευχαριστημένοι. Τα κανάλια διότι έχουν «θέμα», οι πολιτικοί διότι προβάλλονται, και οι τηλεθεατές διότι αποκτούν την ψευδαίσθηση ότι ενημερώνονται. Μια κουβέντα παραπάνω όμως μπορεί να στοιχίσει σε κάποιον την θέση του.
Γι’ αυτό έχουν εφευρεθεί οι «διά των κύκλων αιχμές». Oσοι πολιτικοί δεν θέλουν να αναλάβουν την ευθύνη όσων λέγουν δηλώνουν κάποια πράγματα υπό το πέπλο των «κύκλων». Eτσι μπορούν άνετα αν στριμωχτούν να διαψεύσουν «τους κύκλους» φορτώνοντας το φταίξιμο στους συνενόχους (για την παραπλάνηση του κοινού) δημοσιογράφους.
Μεγαλύτερο πρόβλημα είναι πως ο δημόσιος διάλογος διολίσθησε σε ανούσιες «κόντρες» και τα σοβαρά δύσκολα πλέον θα συζητηθούν. Κάθε αναφορά για το μέγιστο πρόβλημα του ασφαλιστικού είναι από καιρό ποινικοποιημένη. Οι πιθανές λύσεις για την ανεργία των νέων πολτοποιήθηκαν.
Τα εθνικά θέματα δεν αγγίζονται. Μπορεί, για παράδειγμα, να μιλήσει κάποιος υπουργός επί της ουσίας για το Κυπριακό χωρίς να υπολογίσει ότι αυτό θα μεταφραστεί ως «αιχμή» για την κ. Ντόρα Μπακογιάννη; Μπορεί να υπενθυμίσει κάποιος ότι χρονίζει το πρόβλημα της «Ολυμπιακής», χωρίς να θιγεί ο κ. Μιχάλης Λιάπης; Μπορεί βουλευτής της αξιωματικής αντιπολίτευσης να προβληματιστεί για την πορεία του ΠΑΣΟΚ χωρίς να αμφισβητήσει έστω άθελά του τον αρχηγό του;
Η τηλεόραση έχει φτιάξει μια άλλη, μια ρηχή πολιτική. Μόνο που δεν φταίει το Μέσο. Eτσι ήταν κι έτσι θα είναι. Φταίνε οι πολιτικοί που της δίνουν ρόλο…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 18.4.2006