Ένας διάλογος που πρέπει να συνεχιστεί…
Ενόχλησε πολλούς από την Αριστερά το τελευταίο άρθρο του κ. Ανδρέα Ανδριανόπουλου με τίτλο: «Ποιες οι περγαμηνές της Αριστεράς;» (ΝΕΑ 6.8.2002). Στο άρθρο αυτό ο πρώην υπουργός ισχυρίσθηκε ότι με την εξάρθρωση της τρομοκρατίας στην Ελλάδα, ξεκίνησε και μια διαδικασία για να μη συντριβεί ο μύθος «της αλτρουιστικής δήθεν Αριστεράς στην Ελλάδα». «Αναλυτές, σχολιαστές και πολλές πολιτικές προσωπικότητες», γράφει ο κ. Ανδριανόπουλος, «ανέλαβαν σχεδόν εργολαβικά την ευθύνη του ξεπλύματος της ντροπής (Σ.Σ.: της 17 Νοέμβρη) από τα ιδεολογικά λάβαρα της Αριστεράς»
Αυτό όμως που ενόχλησε περισσότερο ήταν το γεγονός ότι ο κ. Ανδριανόπουλος αμφισβήτησε τις «περγαμηνές αγώνων και προσφοράς στον τόπο» που έδωσε στην Αριστερά ο Πρωθυπουργός κ. Σημίτης. «Ποιες όμως ακριβώς είναι αυτές οι “περγαμηνές”;» αναρωτήθηκε ο κ. Ανδριανόπουλος. «Ένα πολιτικό κίνημα δεν είναι δυνατόν να προσδιορίζεται αρνητικά. Με αφετηρία δηλαδή τις άστοχες μέχρι και απάνθρωπα βίαιες πρωτοβουλίες των αντιπάλων του. Μέχρι σήμερα η Αριστερά και οι ταγοί της εξασφάλιζαν μια περίεργη ασυλία μέσα στο ελληνικό πολιτικό σύστημα με βάση τις παράλογες διώξεις συγγενών και φίλων των επαναστατών της εμφυλιακής σύγκρουσης από τα μετακατοχικά καθεστώτα της χώρας… Κατά βάση κληρονομιά [της Αριστεράς ήταν] αρνητική – επικεντρωμένη στις διώξεις που δέχθηκε, στις περισσότερες περιπτώσεις άδικες, από τους αντιπάλους της. Και μέσα στην κληρονομιά αυτή δεν υπάρχουν περγαμηνές που να εμπεριέχουν συγκεκριμένες ωφέλειες για τον τόπο.»
Η δημοσιοποίηση αυτών των απόψεων ξεσήκωσε την μήνιν των Αριστερών. Το ίδιο βράδυ στο κεντρικό δελτίο του Mega ο εκπρόσωπος του Συνασπισμού κ. Νίκος Βούτσης τοποθετούσε τις απόψεις του κ. Ανδριανόπουλου «στα όρια της ύβρεως» και χαρακτήριζε τον συγγραφέα τους «τιμητή κι επίδοξο νεκροθάφτη των ιδεών, της παράδοσης και της ιστορίας της ελληνικής Αριστεράς.»
Την ίδια μέρα το μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ κ. Δημήτρης Γόντικας μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό «902 Αριστερά στα FM» στάθηκε στην κατά Ανδριανόπουλο «ασυλία που έχει η Αριστερά στο πολιτικό σύστημα» και υποστήριξε ότι υπάρχει «γενικότερο σχέδιο ενάντια σε εκείνες τις πρωτοπόρες δυνάμεις που δεν συμβιβάζονται, δεν υποτάσσονται… και παλεύουν αταλάντευτα για την απαλλαγή της ανθρωπότητας από αυτή τη βαρβαρότητα (Σ.Σ.: του καπιταλισμού)»
Την επόμενη μέρα από τον «Ριζοσπάστη» ο κ. Παύλος Αλέπης γράφει ότι «γνωριζόμαστε τώρα πια με τα τερτίπια των τσιλιαδόρων της αστικής τάξης και αν περιμένουν μ’ αυτά την υποστολή της σημαίας του αγώνα ενάντια στο εγκληματικό σύστημα μάλλον θα ξυπνήσουν απότομα κάποια μέρα…», ενώ η «Αυγή» δια χειρός του συντάκτη της κ. Κώστα Πουλακίδα εκτιμούσε ότι «αρωγός στην επιχείρηση να ξαναγραφτεί η ιστορία και να ενοχοποιηθεί η Αριστερά έρχεται ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος προσφέροντας λάσπη από το δικό του πηλοφόρι στο “χτίσιμο” αυτής της υπόθεσης.»
Πιο σκληρός ήταν το στέλεχος του «Συνασπισμού» κ. Δημήτρης Χατζησωκράτης που με τίτλο «Παραλογισμοί ενός ρεβανσισμού» έγραφε στα ΝΕΑ (7.8.2002): «Αν δεν είχα διαβάσει την υπογραφή του χθεσινού κειμένου (στα «ΝΕΑ») με τίτλο “Ποιες οι περγαμηνές της Αριστεράς”, θα έλεγα “να, και ένα άλλο άρθρο χουντικού ή ακροδεξιού κατάλοιπου που επιχειρεί, με αφορμή την εξαρθρωνόμενη 17 Νοέμβρη, να ξαναγράψει την ιστορία της μεταπολεμικής Ελλάδας”. Δυστυχώς επρόκειτο για άρθρο με την υπογραφή του Ανδρέα Ανδριανόπουλου, όπου ο συγγραφέας επιχειρούσε όχι όπως οι πρώτοι να ξαναγράψει, αλλά να ξαναδιαβάσει την πολιτική ιστορία μας και τα γεγονότα που την καθόρισαν…» Ο κ. Χατζησωκράτης καταλόγιζε επίσης στον κ. Ανδριανόπουλο την πρόθεση «να αποδώσει στην κατακτημένη ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς κατά την πρώτη μεταπολιτευτική περίοδο την “πάσα νόσον και πάσαν…” που επισυνέβη στη χώρα μας.»
Από την «Αυγή» την επόμενη μέρα (8.8.2002) ο κ. Γιώργος Μπράμος έγραψε ότι ο κ. Ανδριανόπουλος «προβοκάρει με άκρατο κυνισμό». Παρά το γεγονός ότι επισημαίνει ότι η Αριστερά πρέπει να κάνει αυτοκριτική για «τα κενά που άφησε τα μεταπολιτευτικά χρόνια, ο κ. Μπράμος χαρακτηρίζει τις απόψεις του κ. Ανδριανόπουλου ως «ένα ακόμη φρούτο της εποχής, το οποίο αδυνατεί να κατανοήσει τη διαφορά του Μπελογιάννη από το Γιωτόπουλο. Αυτός είναι ο φτωχός κι όχι εμείς…»
Παρά το ακραίον των απόψεων του κ. Ανδριανόπουλου – κάποιες φορές δημιουργεί την αίσθηση ότι το κάνει επίτηδες, μπας και φιλοτιμηθούμε να συζητήσουμε κάποια πράγματα σ’ αυτόν τον τόπο – ο τίτλος του ήταν ένα ερώτημα: : «Ποιες οι περγαμηνές της Αριστεράς (στην Ελλάδα);» Σ’ αυτό το ερώτημα, ουδείς από τους αρθρογράφους απάντησε διεξοδικά («Δεν επιθυμώ να απαντήσω», έγραψε ο κ. Μπράμος, «θα ήταν προσβολή για όλους»). Αντιθέτως ένα λεπτό νήμα διαπερνά όλες τις απαντήσεις των σχολιαστών της Αριστεράς, το οποίο μπορεί να αποτελέσει de facto απόδειξη των ισχυρισμών του κ. Ανδριανόπουλου. Η Αριστερά για μια ακόμη φορά αυτοπροσδιορίζεται … αρνητικά, «με αφετηρία δηλαδή τις … άστοχες πρωτοβουλίες των αντιπάλων του» — αντίπαλος σ’ αυτή την περίπτωση είναι ο κ. Ανδριανόπουλος. Ο θετικός προσδιορισμός θα ήταν ένα άρθρο με τίτλο «Κύριε Ανδριανόπουλε, αυτές είναι οι περγαμηνές μας». Ο αρνητικός είναι η «θαλπωρή» του κυνηγημένου, είτε από «ενορχηστρωμένη επίθεση» (Ριζοσπάστης 8,8,2002), είτε από «παράλογους ρεβανσισμούς» (Α. Χατζησωκράτης 7.8.2002)…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 11.8.2002