Σε μια χώρα με ανοιχτούς ορίζοντες η Αλεξανδρούπολη παύει να είναι ακριτική πόλη. Γίνεται κέντρο μιας ευρύτερης περιοχής. Γίνεται αυτό για το οποίο φτιάχτηκε. Μια πόλη για να εκμεταλλευτεί την παγκοσμιοποίηση.
Πρώτη πρώτη φωτογραφία στο άλμπουμ «Αλεξανδρούπολη – Οικονομίας Πανόραμα 1870-1970» είναι μια κάρτα. Απεικονίζει τον κερδώο Ερμή, ένα εμπορικό καράβι και ένα τρένο που βγαίνει από κάποιο τούνελ. Γράφει «Πέτρος Νικολαϊδης, Διεθνείς μεταφοραί εμπορευμάτων θαλάσσης σιδηροδρόμων, προμήθειαι – αντιπροσωπείαι διαμετακομίσεις εκτελωνίσεις». Από το τοπωνύμιο της κάρτας «Αλεξανδρούπολη Δεδέ αγάτς» μπορούμε να συμπεράνουμε ότι αυτή εκδόθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1920, τότε που η πόλη άλλαζε όνομα.
Νομίζω ότι αυτή κάρτα είναι η καλύτερη επιλογή για ένα άλμπουμ που παρουσιάζει το πανόραμα της οικονομίας μιας πόλης σαν την Αλεξανδρούπολη εκείνης της εποχής. Ας συγκρατήσουμε αυτό το πρώτο στοιχείο: «διεθνείς μεταφορές εμπορευμάτων δια θαλάσσης και σιδηροδρόμων».
Το Δεδεαγάτς φτιάχτηκε για τις ανάγκες των διεθνών μεταφορών δια θαλάσσης και σιδηροδρόμων. Ήταν η επιλογή του σουλτάνου για το επίνειο της Ανδριανούπολης. Σύμφωνα με τον συγγραφέα «συμφωνία για την κατασκευή του σιδηροδρόμου επήλθε την 17-4-1869 μεταξύ του Οθωμανικού κράτους και του αυστριακού στην καταγωγή Βαρόνου Χίρς που ανέλαβε αντί των γαλλοβέλγων την υλοποίηση κατασκευής του έργου. Την 30-06-1870 αποφασίστηκε το καταληκτικό σημείο της γραμμής Ανδριανούπολη προς το Αιγαίο Πέλαγος να είναι το Δεδεαγάτς.»
Το Δεδεαγάτς γίνεται σχεδόν αμέσως κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου. Από την εμπορική κίνηση του λιμανιού βλέπουμε ότι μεταφέρονται δημητριακά, μαγγάνιο, κεχρί, μετάξι, καπνός, κέρατα και κόκαλα, δέρματα ζώων, κρασιά, σκουπόχορτο, χαλκός, τρυγικό οξύ κ.ά. Οι εθνικότητες των πλοίων που φτάνουν είναι πιο εντυπωσιακό στοιχείο: πέρα από τα πλοία με οθωμανική ή ελληνική σημαία, κι πέρα από τα αγγλικά (που είναι η θαλασσοκράτειρα της εποχής) εδώ φτάνουν γαλλικά, γερμανικά, αυστροουγγρικά, ρώσικα, ολλανδικά μέχρι και καράβια από την Δανία και την Νορβηγία.
Η δεύτερη φωτογραφία του βιβλίου είναι εντυπωσιακή. Δείχνει τον παραλιακό δρόμο του Δεδεαγάτς. Και είναι εντυπωσιακή για δύο λόγους. Δεξιά υπάρχουν κτίρια. Είναι ευρωπαϊκού ρυθμού. Οι άνθρωποι που κοντοστέκονται είναι όλοι ντυμένοι φρανγκολεβαντίνικα. Τίποτε δεν θυμίζει ανατολή, παρ’ όλο που βλέπουμε μια πόλη που βρίσκεται στην καρδιά της τότε παραπαίουσας οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η δυτική επιρροή είναι αναμενόμενη αφού δυτικές κοινοπραξίες φτιάχνουν τα εναρκτήρια έργα της πόλης.
Επειδή, όμως, το Δεδεαγάτς γίνεται κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου βλέπουμε να συρρέουν προξενικές αρχές απ’ όλες τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής. Αγγλία, Αυστροουγγαρία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία ακόμη και από Ελλάδα (εμφανής ο λόγος του ενδιαφέροντος) αλλά και Περσία. Χτίζονται θαυμάσια κτίρια, τα οποία απ’ όσο διάβασα πλέον δεν υπάρχουν, αλλά ευτυχώς τα κρατούν στη συλλογική μνήμη λευκώματα σαν του κ. Πατέλη.
Ξεφυλλίζοντας το λεύκωμα και ψάχνοντας την πρώτη περίοδο της πόλης τότε που η Αλεξανδρούπολη ήταν Δεδεαγάτς μπορούμε να ακούσουμε τον αχό της πολυπολιτισμικότητας. Αναμενόμενο εξάλλου για μια πόλη οποιασδήποτε αυτοκρατορίας, και δη της οθωμανικής.
Υπάρχουν οι Έλληνες, αλλά υπάρχουν φυσικά και οι Τούρκοι -στο βιβλίο ανατυπώνονται δύο θαυμάσιες φωτογραφίες από την τράπεζα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την γερμανοανατολική τράπεζα (όπου βλέπουμε ανθρώπους με φέσια).
Υπάρχουν Αρμένιοι -ένας από αυτούς ο Μιχράν Σισακιάν πρέπει να ήταν δραστήριος φωτογράφος και εκδότης αφού υπογράφει πολλές καρτ-ποσταλ της εποχής-, Εβραίοι (εμπορικές φίρμες τους φτάνουν μέχρι και τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο), Βούλγαροι (πολλές φωτογραφίες και καρτ-ποστάλ αναγράφουν τα στοιχεία τους σε κυριλλική γραφή) και φυσικά δυτικοί υπάλληλοι των εταιριών που λειτουργούσαν τους σιδηροδρόμους.
Το βιβλίο δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία στον πολυπολιτισμικό χαρακτήρα της πόλης αλλά αυτός είναι και λογικά εμφανής. Ήταν πόλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου.
Ας συνοψίσουμε λοιπόν. Τι έχουμε ως χαρακτηριστικά της πόλης;
1.«διεθνείς μεταφορές εμπορευμάτων δια θαλάσσης και σιδηροδρόμων». Η πόλη φτιάχτηκε γι’ αυτόν τον λόγο.
2.Το εμπόριο αναγκάζει την πολιτική να την προσέξει. Δημιουργούνται προξενεία όλων των μεγάλων δυνάμεων της εποχής.
3.Δυτική όψη, και προφανώς δυτικές επιρροές στον τρόπο ζωής.
4.Πολυπολιτισμικότητα
Όλα αυτά μας φέρνουν στο νου ένα πράγμα, αυτό που σήμερα ονομάζουμε παγκοσμιοποίηση. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι το Δεδέαγατς είναι προϊόν της πρώτης παγκοσμιοποίησης που γνώρισε ο κόσμος. Είναι προϊόν της ανάγκης μιας οθωμανικής επαρχίας να βγει στο παγκόσμιο εμπόριο.
Μικρή παρένθεση: η παγκοσμιοποίηση δεν είναι νέο φρούτο. Υπάρχει όσο υπήρχε ο άνθρωπος. Η μετακίνηση ανθρώπων και χρήματος, η ανταλλαγή εμπορευμάτων, και ιδεών είναι διαρκής διαδικασία. Απλώς σε κάποιες περιόδους η τεχνολογία επιταχύνει τις διαδικασίες. Αυτό που ζούμε σήμερα ως παγκοσμιοποίηση είναι η ραγδαία επιτάχυνση όλων των ανταλλαγών. Οι τουρίστες και οι μετανάστες μπορούν πιο φθηνά και πιο εύκολα να μετακινηθούν το ίδιο και οι ιδέες και το χρήμα. Σε κάποιες περιόδους μάλιστα ανοίγει κι ένα πολιτικό παράθυρο για αυτού του τύπου την επιτάχυνση. Μια τέτοια περίοδος (1870-1914) ονομάστηκε πρώτη παγκοσμιοποίηση ή «πρωτοπαγκοσμιοποίηση». Τότε έχουμε έκρηξη ανταλλαγών και μετακινήσεων ανθρώπων. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι αυτή είναι η γενέθλιος περίοδος του Δεδεαγάτς που μετονομάστηκε σε Αλεξανδρούπολη. Κλείνει η παρένθεση.
Το βιβλίο «Αλεξανδρούπολη, Οικονομίας πανόραμα 1870-1970» είναι νοσταλγικό και χρήσιμο για τους Αλεξανδροπολίτες. Θα βρουν πολλά για τον τόπο τους, θα αναγνωρίσουν φωτογραφίες και πρόσωπα. Η ιστορία όμως δεν είναι μόνο νοσταλγία. Τα ιστορικά βιβλία δεν χρησιμεύουν μόνο ως ενισχυτικά της μνήμης. Τέτοια βιβλία είναι για μένα σαν τους ξεροπόταμους που αποτυπώνουν την φυσιολογική ροή των πραγμάτων. Πρέπει να βλέπουμε την ιστορία σαν μια αδρή αποτύπωση των δυνατοτήτων μας για το μέλλον.
Το παράπονο αρκετών που μίλησα αυτές τις μέρες ήταν ένα: «ωραία, ζωντανή, πόλη η Αλεξανδρούπολη, αλλά πολύ μακριά από την Αθήνα!» Ναι, αλλά τόσο κοντά στην Κωνσταντινούπολη, την Ανδριανούπολη, την Φιλιππούπολη. Σε ένα ασφυκτικά κλειστό εθνικό κράτος με εθνικούς ανταγωνισμούς η Αλεξανδρούπολη είναι μια ακριτική πόλη. Αναγκαστικά θα ζει από το στρατό, όπως ζούσε μέχρι να της δώσει μια άλλη προοπτική το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο.
Σε μια χώρα όμως με ανοιχτούς ορίζοντες η Αλεξανδρούπολη παύει να είναι ακριτική πόλη. Γίνεται κέντρο μιας ευρύτερης περιοχής. Γίνεται αυτό για το οποίο φτιάχτηκε. Μια πόλη για να εκμεταλλευτεί την παγκοσμιοποίηση. Μια ανοιχτή πόλη κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου. Και νομίζω ότι η ροή των πραγμάτων αυτό δείχνει, αλλά και αν μελετήσει κανείς το βιβλίο του Μιχάλη Πατέλη φαίνεται ξεκάθαρα.
Παρουσίαση του βιβλίου «Αλεξανδρούπολη – Οικονομίας Πανόραμα 1870-1970», Αλεξανδρούπολη 31.5.2008